Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

Τα βόδια του Γηρυόνη ( 13)


   Πρώτη παραλλαγή του μύθου


Ποιος ήταν ο Γηρυόνης;


Ο Γηρυόνης ήταν βασιλιάς στην Ταρτησσό της Ισπανίας και είχε τη φήμη του δυνατότερου ανθρώπου στον τότε κόσμο. Ήταν ένα φοβερό τέρας που το είχε γεννήσει ο Χρυσάορας με τη κόρη του Ωκεανού, τη Νύμφη Καλλιρόη.Είχε τρία κεφάλια και τρία σώματα που ήταν ενωμένα στη μέση. Ο τόπος όπου έμενε ήταν το νησί Ερύθεια, στη μακρινή Δύση, πέρα από τον Ωκεανό όπου εκεί είχε και το κοπάδι του μετά θαυμαστά κοκκινότριχα βόδια. Βοσκός του κοπαδιού ήταν ο Ευρυτίωνας, γιος του Άρη, μαζί του είχε και το σκύλο Όρθο, σκυλί τέρας με δυο κεφάλια και με φιδίσια ουρά. Το είχε γεννήσει ο Τυφώνας με την Έχιδνα και είχε αδέρφια του τον Κέρβερο, τη Χίμαιρα και τη Λερναία Ύδρα. Με τέτοιους φύλακες ήταν αδύνατο να μπορέσει κανείς να κλέψει τα βόδια. Ο Ηρακλής όμως είχε εντολή από τον Ευρυσθέα να το κάνει και έπρεπε να φέρει εις πέρας το δέκατο άθλο του.

Το Ταξίδι στην Ερύθεια - Πρώτη παραλλαγή του μύθου

Το κύπελο του Ήλιου

Ηρακλής ξεκίνησε από τις Μυκήνες για τη μακρινή Δύση, διασχίζοντας όλη την Ευρώπη ώσπου να φτάσει στην Ιβηρία, πριν από το ρεύμα του Ωκεανού. Στο δρόμο, σε κάθε τόπο από όπου περνούσε σκότωνε τα άγρια θηρία που προξενούσαν καταστροφές και τους κακούργους που λήστευαν και σκότωναν τους ανθρώπους. Αφού διέσχισε την Ευρώπη, πέρασε απέναντι στην Αφρική και - αφού έκανε διάφορα κατορθώματα - κατέληξε στην Ταρτησσό, η οποία βρισκόταν στον πορθμό που χωρίζει την Ευρώπη από την Αφρική, εκεί που πίστευαν ότι ήταν το τέλος του κόσμου.


Στο μέρος αυτό ο Ηρακλής έστησε δυο μεγάλες στήλες , μία στην Αφρική και μία στην Ευρώπη, σε ανάμνηση του ταξιδιού του, που αργότερα ονομάστηκαν " στήλες του Ηρακλή". Έπρεπε ο Ηρακλής να περάσει το ρεύμα του Ωκεανού για να φτάσει στο νησί Ερύθεια. Ήταν σε δύσκολη κατάσταση και δεν ήξερε τι να κάνει. Σκέφτηκε ότι μόνο μια λύση υπήρχε να ζητήσει το χρυσό κύπελο του Ήλιου. Το κύπελο αυτό ήταν φτιαγμένο από το θεό Ήφαιστο, ήταν άρμα που το έδενε ο ήλιος στις φοράδες του και με το οποίο ταξίδευε πάνω από τον Ωκεανό όταν ήθελε από τα σκοτάδια της δύσης να φτάσει στην ανατολή και να φέρει το φως της ημέρας.


Ηρακλής και Γηρυοόνης

Ο Ηρακλής το ζήτησε και το πήρε από τον Ήλιο ή από τον Νηρέα, αλλά με διαταγή του Ήλιου. Λένε πως ο Ηρακλής τον ανάγκασε να του το δώσει


Ήταν μεσημέρι αποκαμωμένος από τη ζέστη καθόταν στην παραλία μη ξέροντας πως θα φύγει για το νησί. Τότε σήκωσε το τόξο του και σημάδεψε τον Ήλιο. Ο Ήλιος θαύμασε την τόλμη του και για αντάλλαγμα του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει το κύπελο με την προϋπόθεση να το επιστρέψει την ίδια μέρη πριν βραδιάσει. Μπήκε ο Ηρακλής στο κύπελο έχοντας μαζί του το κέρας της Αμάλθειας, του το είχε δώσει ο Ερμής, με όλα τα απαραίτητα τρόφιμα για το ταξίδι. Στη μέση του Ωκεανού άρχισε μεγάλη τρικυμία και το κύπελο κινδύνευε να βουλιάξει. Τότε ο Ηρακλής πήρε το τόξο του και απείλησε τον Ωκεανό και αμέσως η τρικυμία κόπασε.


Ο Ηρακλής μόλις έφτασε στο νησί Ερύθεια έτρεξε αμέσως στο βουνό Άβαντα και σκεφτόταν με ποιο σχέδιο θα αρπάξει τα βόδια του Γηρυόνη. Δυστυχώς όμως τον μυρίστηκε ο Όρθος και όρμισε καταπάνω του. Ο Ηρακλής άρπαξε το ρόπαλό του και του έσπασε και τα δυο κεφάλια. Όμως άκουσε τα γαβγίσματα του σκύλου ο Ευρυτίωνας και κατάλαβε ότι κάποιος ξένος είχε πλησιάσει τα βόδια. Μόλις είδε τον Ηρακλή χύμηξε καταπάνω του αλλά ο Ηρακλής τον σκότωσε. Ανενόχλητος ο Ηρακλής μάζεψε τα βόδια και τα πήγαινε προς την παραλία. Όμως τον είδε ο βοσκός του Άδη, ο Μενοίτης, και ειδοποίησε το Γηρυόνη που τους πρόλαβε καθώς περνούσαν τον ποταμό Ανθεμούντα. Ο Ηρακλής σκότωσε το Γηρυόνη και τον έθαψε. Στο σημείο που τον έθαψε έβγαινε αίμα και αργότερα φύτρωσε ένα δέντρο που έβγαζε κόκκινους καρπούς σαν κεράσι αλλά χωρίς κουκούτσι.


Αφού έφτασε στην παραλία έβαλε τα βόδια στο κύπελλο και έφτασε πίσω στην Ιβηρία, στην Ταρτησσό, όπου και παρέδωσε το κύπελλο στον Ήλιο                      

 

Το ταξίδι προς την Ερύθεια

 

Δεύτερη παραλλαγή του μύθου

Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή του μύθου ο Γηρυόνης δεν τα βοσκούσε στο νησί Ερύθεια αλλά στην Ισπανία, στην μεριά του Ωκεανού. "Γηρυών" ήταν χαρακτηρισμός του ονομαστού βασιλιά Χρυσάορα, ο οποίος βασίλευε σε ολόκληρη τη χώρα, και είχε τρεις δυνατούς και γενναίους γιους που τον βοηθούσαν να υπερασπίζεται το βασίλειό του. Καθένας από τους γιους του είχε ένα δικό του στρατό από πολεμοχαρείς άνδρες.


Για να τους πολεμήσει ο Ηρακλής μάζεψε μεγάλο εκστρατευτικό σώμα στην Κρήτη, τη γενέτειρα του πατέρα του, του Δία. Προτού ξεκινήσει τον τίμησαν λαμπρά οι Κρήτες και ο Ηρακλής για να τους το ανταποδώσει τους καθάρισε τον τόπο από τα άγρια θηρία που προκαλούσαν καταστροφές στις καλλιέργειες. Πρώτα πήγε στη Λιβύη, όπου σκότωσε τον Ανταίο, εξόντωσε τα άγρια θηρία που λυμαίνονταν την έρημο.



Εκατόμπυλος

Έπειτα πήγε στην Αίγυπτο όπου σκότωσε το Βούσιρη, ύστερα διέσχισε τη Βόρεια Αφρική πηγαίνοντας δυτικά, εξοντώνοντας τις Γοργόνες και τις λυβικές Αμαζόνες και ίδρυσε την Εκατόμπυλο, τη σημερινή Κάψα, στη Νότια Νουμιδία, φτάνοντας επιτέλους στον Ωκεανό κοντά στα Γάδειρα. Εκεί έστησε από μια στήλη σε κάθε πλευρά των στενών, μία την αφρικανική και μία


στην ευρωπαϊκή πλευρά. Στην ευρωπαϊκή

Θυρεός της Λακορούνια

πλευρά και σε απόσταση 8 χιλιομέτρων ιδρύει την πόλη Ταρτησσό, η οποία ήταν γνωστή και ως Ηράκλεια. Στη συνέχεια πέρνασε στην Ιβηρία συγκρούστηκε με

Γάδειρα

τους γιους του Χρυσάορα, τους νίκησε και τους σκότωσε. Πήρε τα βόδια του Γηρυόνη, αφού άφησε τη διακυβέρνηση της Ιβηρίας στον αξιότερο από τους κατοίκους της χώρας. Στο θηρεό της πόλης των Γαδείρων εικονίζεται ο Ηρακλής και θεωρείται   ιδρυτής της πόλης.


Ο Ηρακλής αφού πήρε τα βόδια πέρασε από τη Αβδηρία. Μετά προχώρησε στα Πυρηναία. Το όνομά τους το οφείλουν στην πριγκίπισσα Πηρήνη, την κόρη του βασιλιά της περιοχής, η οποία είχε άδοξο τέλος, την κατασπάραξαν τα άγρια θηρία όταν ο πατέρας της την έδιωξε από το παλάτι, όταν έμαθε ότι θα αποκτούσε παιδί με τον Ηρακλή. Ο Ηρακλής βρήκε τα μέλη της πριγκίπισσας και τα έθαψε στο βουνό.


Από εκεί ο Ηρακλής πέρασε τις Λυγιρηκές Άλπεις, χτίζοντας δρόμο για τα στρατεύματά του και τα μεταφορικά του μέσα, και έφτασε στην Γαλατία. Εκεί έφερε τον πολιτισμό και ήρεμα ήθη. Με όσους τον ακολούθησαν ίδρυσε μια πόλη, την Αλήσια ή Αλέσια. Οι κάτοικοι της περιοχής τιμούσαν τον Ηρακλή αιώνες μετά το πέρασμά του από την Αλήσια και πίστευαν ότι έλκουν την καταγωγή τους από την ένωση της πριγκίπισσας Γαλάτειας με αυτόν. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Γαλάτης.


 


Το ταξίδι της επιστροφής Νο 1




Ενώ διέσχιζε τη Λιγυρία του επιτέθηκαν τα δυο παιδιά του Ποσειδώνα, ο Ιαλεβίων και Δέρκυνος που προσπάθησαν να του κλέψουν τα βόδια. Έγινε μάχη και τα δυο αδέρφια σκοτώθηκαν. Εκτός από τους γιους του Ποσειδώνα λέγεται ότι του επιτέθηκε ολόκληρος στρατός. Ήταν τόσοι πολλοί που ο Ηρακλής έριξε όλα του τα βέλη και πάλι δεν μπόρεσε να τους εξοντώσει. Μη έχοντας άλλο όπλο, ούτε καν πέτρες, γονάτισε λαβωμένος και κουρασμένος, τότε ο Δίας τον λυπήθηκε, σκέπασε τη γη με ένα σύννεφο από το οποίο έπεσαν πέτρες. Έτσι μπόρεσε να τρέψει σε φυγή τους αντιπάλους του.

θυρεός του Κάντιθ

Η τεράστια κυκλική πεδιάδα στην οποία έγινε η μάχη λέγεται Πετρώδης πεδιάδα, επειδή είναι γεμάτη πέτρες σε μέγεθος ανθρώπινης γροθίας. Σύμφωνα με άλλη πηγή η κόρη του βασιλιά, η Κελτίνη ερωτεύτηκε τον Ηρακλή και απέκτησε ένα γιο, τον Κέλτο. Ο Ηρακλής φεύγοντας της άφησε το τόξο του, με την προϋπόθεση ότι αν ο Κέλτος το τέντωνε θα γινόταν βασιλιάς στους Κέλτες.

Μετά πέρασε στη Ιταλία και αφού πέρασε πολλά μέρη έφτασε στο Τίβερη ποταμό, εκεί που μετά κτίστηκε η Ρώμη. Άφησε τα πρόβατά του να να βοσκήσουν και αυτός κοιμήθηκε. Εκεί κοντά, είχε τη σπηλιά του ο τρικέφαλος ληστής Κάκος. Ο Κάκος, του έκλεψε μερικά βόδια και για να μην μπορέσει ο Ηρακλής να τα ανακαλύψει σοφίστηκε το εξής τέχνασμα. Έβαλε τα βόδια να περπατάνε προς τα πίσω τραβώντας τα από την ουρά. Όταν ο Ηρακλής ξύπνησε κατάλαβε ότι του έλειπαν τα βόδια του και άρχισε να τα ψάχνει. Μάταια έψαχνε, δεν τα έβρισκε πουθενά. Συνάντησε τον Κάκο ο οποίος αρνήθηκε όταν ο Ηρακλής τον ρώτησε μήπως του είχε πάρει αυτός. Αλλά επειδή ο Ηρακλής ήταν έξυπνος σκέφτηκε να φέρει τα υπόλοιπα βόδια έξω από τη σπηλιά του Κάκου. Όταν αυτά άρχισαν να μουκανίζουν άρχισαν να κάνουν το ίδιο και τα βόδια που ήσαν στη σπηλιά του Κάκου. Έτσι με αυτό τον τρόπο προδόθηκε ο Κάκος. Ο Ηρακλής τον κυνήγησε και τον σκότωσε χτυπώντας τον με το ρόπαλό του. Όταν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών έμαθαν για το θάνατο του Κάκου τον ευχαρίστησαν και του πρόσφεραν τιμές. Μάλιστα ο βασιλιάς τους, ο Εύανδρος, έκτισε ένα βωμό και πρόσφερε θυσία μια δαμάλα που δεν είχε ακόμα μπει στο ζυγό.

Μετά από αυτά ο Ηρακλής προχώρησε προς τα νότια για να πάει στο Ρήγιο της Ιταλίας.Στα σύνορα του Ρήγιου και των Επιζεφυρίων Λοκρών ξάπλωσε να κοιμηθεί γιατί ήταν πολύ κουρασμένοος. Όμως τα τζιτζίκια κελαηδούσαν ασταμάτητα και δεν τον άφηναν να κοιμηθεί. Γι' αυτό παρακάλεσε τους θεούς να τους κόψουν τη λαλιά. Οι θεοί αμέσως ικανοποίησαν την επιθυμία του Ηρακλή και έτσι τα τζιτζίκια από την πλευρά του Ρήγιου δεν ακούστηκαν ποτέ πιά ενώ από την πλευρά των Λοκρών τραγουδούσαν με όλη τους τη δύναμη.

Όταν έφτασε ο Ηρακλής στο Ρήγιο ένας ταύρος του έφυγε και πέρασε κολυμπώντας απέναντι στο νησί Σικελία, προχώρησε και έφτασε στην πεδιάδα του Έρυκα, που ήταν γιος του Ποσειδώνα. Ο Ηρακλής έψαξε τον ταύρο και τελικά τον βρήκε μέσα στα κοπάδια του Έρυκα. Ζήτησε τον ταύρο αλλά αυτός αρνήθηκε να του τον δώσει, παρά μόνο αν τον νικούσε σε αγώνα πυγμαχίας. Στον αγώνα που ακολούθησε, ο Ηρακλής νίκησε τον Έρυκα τρεις φορές και στο τέλος τον σκότωσε. Αφού πήρε τον ταύρο πήρε και τα βόδια του Έρυκα και γύρισε στο Ρήγιο, που ήταν το κοπάδι του, αφού έκανε πρώτα το γύρο της Σικελίας. Από όπου περνούσε οι κάτοικοι τον υποδέχονταν με θαυμασμό. Στην πόλη Αγύριο του πρόσφεραν θεϊκές τιμές γιατί όταν έφτασε εκεί συνέβη κάτι παράξενο. Αποτυπώθηκαν τα ίχνη των ποδιών του Ηρακλή και του κοπαδιού του πάνω στο βράχο σαν να ήταν από μαλακό κερί. Για να ευχαριστήσει ο Ηρακλής τους κατοίκους του Αγύριου έφτιαξε στην πόλη τους μια μικρή λίμνη, με περίμετρο 800 μέτρα και ίδρυσε τοπικά ιερά στον Ιόλαο και στον Γηρυόνη.



Το ταξίδι της επιστροφής Νο 2



Ο Ηρακλής συνεχίζοντας το ταξίδι του έφτασε στις ανατολικές ακτές της Ιταλίας. Στο δρόμο του συνάντησε τον Κρότωνα, τον οποίο σκότωσε κατά λάθος, γι' αυτό τον έθαψε με όλες τις τιμές. Προχωρώντας γύρω από τον Κόλπο του Τάραντα έφτασε στην νότια ακτή του, εκεί που ήταν η Σκύλλα. Καθώς πέρασε ο Ηρακλής από εκεί του άρπαξε και κατασπάραξε μερικά βόδια. Ο Ηρακλής θύμωσε και σκότωσε το τέρας. Αλλά ο πατέρας της ο Φόρκυς το έβαλε μέσα σε ένα καζάνι που έβραζε νερό και ξαναζωντάνεψε.


Στη συνέχεια κάνοντας το γύρω της Αδριατικής προχώρησε προς το Ιόνιο πέλαγος. Όταν έφτασε στις ακτές της Ηπείρου, η Ήρα έστειλε μανία στο κοπάδι, κατά άλλους μια βοϊδόμυγα εξαγρίωσε τα ζώα και χωρίστηκαν σε δυο μέρη. Το ένα τράβηξε βόρεια στα βουνά της Θράκης, όπου έμεινε εκεί και ζούσε σε άγρια κατάσταση. Το άλλο τράβηξε ανατολικά. Ο Ηρακλής το ακολούθησε και το έπιασε στον Ελλήσποντο και το οδήγησε πάλι πίσω. Όταν έφτασε στον ποταμό Στρυμόνα, τον κατηγόρησε πως τον είχε εμποδίσει όταν πήγαινε να μαζέψει τα ζώα του γι' αυτό, θέλοντας να τον τιμωρήσει, τον γέμισε πέτρες.

Γυρίζοντας πίσω ο Ηρακλής δεν πήγε αμέσως στις Μυκήνες, αλλά πέρσε πρώτα από τη Σκυθία. Είχε όμως κουραστεί και επειδή έκανε κρύο, τυλίχτηκε με τη λεοντή του για να ζεσταθεί και αμέσως τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε είδε ότι έλειπαν οι φοράδες από το άρμα του και κίνησε να πάει να τις βρει. Ψάχνοντας την περιοχή συνάντησε μια γυναίκα που ήταν από τους γοφούς και κάτω φίδι. Ο Ηρακλής της είπε ότι έψαχνε τις φοράδες του και αυτή του ομολόγησε ότι αυτή τις είχε και δεν θα του τις έδινε αν δεν πλάγιαζε μαζί της. Αλλά αυτή όμως δεν κράτησε το λόγο της και κράτησε τον Ηρακλή κοντά της πολύ καιρό. Πριν φύγει ο Ηρακλής της έδωσε το τόξο και της είπε ότι όποιο από τα τρία παιδιά τους καταφέρει και το τεντώσει αυτός θα γινόταν βασιλιάς αυτής της χώρας. Όποιος όμως δεν τα καταφέρει θα πρέπει να φύγει από τη χώρα. Μαζί με το τόξο της έδωσε και την ζώνη που φορούσε, που στην άκρη της κρεμόταν ένα χρυσό μπουκαλάκι. Όταν αργότερα γεννήθηκαν τα τρία παιδιά ο μικρότερος εξ αυτών, ο Σκύθης, κατάφερε να τεντώσει το τόξο, γι' αυτό και έγινε κυρίαρχος της χώρας και της έδωσε και το όνομά του.

Ο Ηρακλής αφού πήρε τις φοράδες του γύρισε πίσω βρήκε το κοπάδι και το οδήγησε για τις Μυκήνες αντιμετωπίζοντας πολλές ακόμη περιπέτειες στο δρόμο του. Αφού τελικά έφτασε στις Μυκήνες παρέδωσε τα βόδια στον Ευρυσθέα. Αυτός τότε τα θυσίασε στην Ήρα.


ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ



Αλήθεια ο Ηρακλής πήγε στην Ιβηρική Χερσόνησο μόνο για να φέρει τα βόδια του Γηρυόνη, που μπορεί πράγματι να ήταν μια εκλεκτή ράτσα βοδιών ή μήπως υπήρχε εκεί και κάτι άλλο σημαντικό για το οποίο έκανε ένα τόσο μεγάλο ταξίδι για την εποχή του.

Η πόλις Αλίσια στη Γαλατία


ποσότητα και ποιότητα. Στη ΒΔ Ιβηρία μας περιγράφει ο αρχαίος γεωγράφος ότι το χώμα που μετέφεραν οι ποταμοί λαμπύριζε από χρυσό, χαλκό και σίδηρο. Ο τρόπος συλλογής τους ήταν τόσο εύκολος γιατί η φύση το πρόσφερε χωρίς εξόρυξη. Ο Ηρακλής στο μεγάλο του αυτό ταξίδι επεδίωξε τον έλεγχο μεγάλων οδών - περασμάτων, μεγάλων ποταμιών. Ίδρυσε την πόλη Αλήσια στη Γαλατία στο συγκεκριμένο σημείο γιατί γύρω της υπήρχαν τα ποτάμια ο Δούναβης, ο Άνω Ρους του Ροδανού και ο Λίγηρας, δηλαδή ήταν μια περιοχή μεγάλης στρατιωτικής σημασίας, μια περιοχή κλειδί. Ο Ηρακλής ήταν πρώτος μεταξύ των αρχαίων εξερευνητών που πορεύτηκε σε διαδρομές που αποτέλεσαν τους μετέπειτα εμπορικούς δρόμους χερσαίους, ποτάμιους και θαλάσσιους, μεταξύ Μεσογείου και Βόρειας Ευρώπης.


                                      Αγάλμα του Ηρακλή στο Γιβραλτάρ

Ο φάρος του Ηρακλή και το άγαλμάτου στην πόλη Λακορούνια

Ο ναός του Ηρακλή στις αρχαίες Κλεωνές Κορινθίας.
Ναός του Ηρακλή στον Ακράγαντα
Ναός του Ηρακλή στο Αμμάν της Ιορδανίας

Η Λαμπρή - Παιδική Λέσχη Ανάγνωσης


 Την Παρασκευή 31 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε η συνάντηση της Παιδικής Λέσχης Ανάγνωσης στη Βιβλιοθήκη Λιβαδειάς. Θέμα της συνάντησής μας η Λάμπρή και τα έθιμά της. Διαβάσαμε το ποίημα του ποιητή Σπεράντζα Στέλιου" Η Λαμπρή". Συζητήσαμε για τα έθιμα της Μεγάλης Βδομάδας και της Λαμπρής.  Τραγουδήσαμε τα κάλαντα του Λαζάτου και προχωρήσαμε πίσω στο χρόνο και ανακαλύψαμε το Πάσχα των αρχαίων Ελλήνων, " Τα Αδώνια", μια γιορτή της Άνοιξης που πολλά από τα έθιμά της έχουν περάσει στο χριστιανικό Πάσχα.
Το Πάσχα όπως και τα Αδώνια είναι  μια γιορτή που συμβολίζει  την αναγέννηση της φύσης. μετά από το χειμώνα έρχεται η άνοιξη και η φύση αναγεννάται. 

Η Λαμπρή
Νάτην η λαμπρή με τα λουλούδια.
κόψετε παιδιά την πασχαλιά
κι όλα με χαρές και με τραγούδια
τρέξετε ν᾿ αλλάξωμε φιλιά.
Σήμαντρα γλυκά βαρούν ακόμα
και μοσχοβολούν οι εκκλησιές,
μόσχος τα φιλιά στο κάθε στόμα,
τα φιλιά της άνοιξης δροσιές.
Πάμε να στρωθούμε στο χορτάρι
και τ᾿ αρνί μας ψήνεται σιγά.
Και με της Ανάστασης τη χάρη
φέρτε να τσουγκρίσουμε τ᾿ αυγά.

Σπεράντσας 

Πασχαλινά έθιμα:

  •   Στολίζουμε τον  Επιτάφιο,  φτιάχνουμε κουλούρια, βάφουμε κόκκινα τα  αυγά, ψήνουμε αρνιά κ.ά.

      Τα αερόστατα του Λεωνιδίου το βράδυ στην Ανάσταση

      Οι κερκυραϊκοί μπότηδες.  Ρίχνουν πήλινα κανάτια από τα μπαλκόνια το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου.

      Ρουκετομανία στο Βροντάδο το βράδυ της Ανάστασης.

    Ο Ζαφείρης στην Ήπειρο: στην  Ήπειρο την Κυριακή του Πάσχα, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της άνοιξης αναβιώνει το έθιμο του Ζαφείρη, ένα παιδικό παιχνίδι στο οποίο ένα παιδί υποδύεται τον Ζαφείρη και παριστάνει το νεκρό, ενώ τα υπόλοιπα μαζεύουν λουλούδια και τον στολίζουν, ενώ παράλληλα τον μοιρολογούν κρατώντας καλάμια αντί για λαμπάδες. Αφού τελειώσει το μοιρολόι, όλα τα παιδιά μαζί φωνάζουν «Σήκου Ζαφείρη, Σήκου!» και ο «νεκρός» ανασταίνεται από το στολισμένο με λουλούδια κρεβάτι του και κυνηγά φωνάζοντας και γελώντας τα υπόλοιπα πιτσιρίκια. Αυτός που θα πιάσει ο Ζαφείρης, γίνεται την επόμενη χρονιά «νεκρός».
      Το κάψιμο του Ιούδα. Τη  Μεγάλη Πέμπτη τα παιδιά να φτιάχνουν το ομοίωμα του Ιούδα, το οποίο καίνε  την επομένη ημέρα στον Επιτάφιο.
      Ο σαϊτοπόλεμος της Καλαμάτας. Χάρτινοι σωλήνες με μπαρούτι.

  • Το Σάββατο του Λαζάρου τα κορίτσια,  οι λεγόμενες «Λαζαρίνες,  τραγουδούν τα κάλαντα του Λαζάρου. Από την προηγούμενη ημέρα έχουν συλλέξει άνθη και με αυτά έχουν στολίσει καλαθάκια με τα οποία γυρνούν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν: 

                                     Πού ’σαι Λάζαρε

Πού ’σαι Λάζαρε, πού είναι η φωνή σου


που σε γύρευε η μάνα κι η αδερφή σου.


– Ήμουνα στη γη, στη γη βαθιά χωμένος

κι από τους εχθρούς, εχθρούς βαλαντωμένο

     Βάγια, βάγια των βαγιών, 

τρώνε ψάρια, τον κολιόν.        

     και την άλλη Κυριακή, ψήνουν το παχύ αρνί.

Τα Αδώνια- το Πάσχα των αρχαίων








Την άνοιξη στην αρχαία Αθήνα γιορτάζονταν τα Αδώνια προς τιμή του Άδωνη και της θεάς Αφροδίτης. Η γιορτή κρατούσε 2 μέρες.

Η πρώτη μέρα ήταν πένθιμη.  Μαυροφορεμένες  γυναίκες τοποθετούσαν σε νεκρική κλίνη  (κρεβάτι) ένα ξύλινο ομοίωμα (ξόανο) του Αδώνη και το στόλιζαν με άνθη και κλαδιά αειθαλών δέντρων και  θρηνούσαν τον νεκρό θεό. 

Έπειτα ακολουθούσε η περιφορά του ομοιώματος του πεθαμένου Θεού, από το σπίτι  προς τον χώρο ταφής του. Στην πομπή προπορεύονταν οι άντρες και ακολουθούσαν οι γυναίκες, οι αναμμένοι πυρσοί και τα κεριά προσέδιδαν σε αυτήν την επιβλητική πομπή μια ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα. Εκτός από τους δαυλούς κρατούσαν τους   «Κήπους του Άδωνη», πήλινα  αγγεία με φυτρωμένους σπόρους, συνήθως σίτου, μαρουλιού, μάραθου.

Με το στολισμό των φυτών αυτών δινόταν η εντύπωση τεχνητών κήπων γι αυτό και  τα αγγεία ονομάζονταν «κήποι του Άδωνη». Μέσα στους «κήπους» - αγγεία- τοποθετούσαν μικρά αγάλματα του Έρωτα, ομοιώματα πτηνών και γλυκίσματα.

Τραγουδούσαν πένθιμους  ύμνους   κατά την διαδρομή με την συνοδεία αυλού. Όταν έφταναν στον υποτιθέμενο χώρο ταφής, έθαβαν το ομοίωμα και  στο τέλος ακολουθούσε ο τελετουργικός κυκλικός χορός των γυναικών γύρω από τον τάφο. 

Τέλος τους  κήπους του Άδωνη και τα ομοιώματα μετά την περιφορά τα έριχναν είτε στη θάλασσα είτε στην πηγή είτε στον ποταμό (ανάλογα με τι υπήρχε). Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων. Οι εκδηλώσεις αυτής της ημέρας μας θυμίζουν τη Μεγάλη Παρασκευή με τον Επιτάφιο.

Η επόμενη ημέρα των Αδωνίων ήταν χαρμοσύνη. Εκεί εόρταζαν την ανάσταση, την αναγέννηση του Άδωνη με χορούς και γέλια, και συνέτρωγαν με πλούσια γεύματα που προέρχονταν από τις καθιερωμένες θυσίες.