Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Ο Δίας, η Ήρα, ο Αλαλκομενέας και οι Αλαλκομενές





Σύμφωνα με έναν μύθο, η Ήρα θυμωμένη από τις παρεκτροπές και απιστίες του άντρα της Δία εγκαταλείπει τη συζυγική στέγη επάνω στον Όλυμπο και αποσύρεται στα δάση του Κιθαιρώνα της Βοιωτίας, από όπου με κανένα τρόπο δε δεχόταν να επιστρέψει κοντά του.
Μάταια την αναζητούσε, εκείνη αμετάπειστη στις υποσχέσεις του και ανένδοτη στα παρακάλια του αρνιόταν πεισματικά να επιστρέψει στον Όλυμπο. Ο Δίας δεν ήξερε πλέον τι κάνει γι’ αυτό και αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από τον Βοιωτό ήρωα Αλαλκομενέα ή Αλαλκομένη που ήταν γνωστός για την πολυμάθειά του. 

 Ο Αλαλκομενέας, σαν σοφός που ήταν, τον συμβούλεψε να κόψει ένα κομμάτι ξύλο από το δάσος των βελανιδιών, που υπήρχε στις Αλαλκομενές, και με αυτό να  κατασκευάσει ένα γυναικείο ξύλινο άγαλμα (ξόανο, δαίδαλο). Να το σκεπάσει με νυφικό πέπλο, και να το πάρει πλάι του επάνω σε αμάξι, που θα το έσερναν δυο βόδια και να διαδώσει ότι παντρεύεται την κόρη του Ασωπού Πλάταια. Έτσι και έκανε ο Δίας.

Η Έριδα πληροφορεί την Ήρα ότι ο άντρας της παντρεύεται την Πλάταια και ότι ο κόσμος άρχισε να την προσκυνάεγια βασίλισσα του ουρανού και αμέσως κατεβαίνει από τον Κιθαιρώνα γεμάτη ζήλια και θυμό. 

Φτάνοντας στις Πλαταιές και βλέπει τη μεγαλοπρεπή γαμήλια πομπή να περνάει στους δρόμους της πόλης, μουσικούς να τραγουδούν τον υμέναιο (γαμήλιο άσμα), τις Τριτωνίδες νύφες να κουβαλούν το νερό του νυφικού λουτρού και σε ανθοστόλιστο άρμα τον άντρα της να έχει αγκαλιά την πανέμορφη και καταστόλιστη νύφη. Αφρίζοντας από τη ζήλια της πηδάει στο άρμα και ρίχνεται της νύφης και της ξεσκίζει το πέπλο. Σαν είδε όμως αντί νύφης ,ξόανο, ντράπηκε για την ανάρμοστη συμπεριφορά της. Χαμογελάει στο Δία και γελά με τη καρδιά της για το πονηρό κόλπο. Συνεχίζουν ύστερα τη γαμήλια πομπή με νύφη τώρα την Ήρα και τερματίζουν στον Κιθαιρώνα όπου η Ήρα έκαψε το ξόανο.
Οι Βοιωτοί γιόρταζαν τα Μικρά και Μεγάλα Δαιδάλια ή Δαίδαλα προς τιμήν της Ήρας.
Στα Μεγάλα Δαίδαλα κάθε πόλη είχε το δικό της ξόανο. Τα ξόανα  φτιαχνόντουσαν στις Αλαλκομενές  στη γιορτή των Μικρών Δαιδάλων και τα μοίραζαν μεταξύ τους με κλήρο. Στη συνέχεια μετέφεραν τα ξόανα στις όχθες του Ασωπού ποταμού,τοποθετούσαν το καθένα επάνω στα αμάξια τους, όπου καθόταν σαν παράνυφος και μια κοπέλα, που την ονόμαζαν «νυμφεύτρια» και με πομπή και σειρά καθαρίζονταν στον ποταμό αφού  έβαζαν κλήρο για τη σειρά. Η πομπή στα Μεγάλα  Δαίδαλα άρχιζε από τις Αλαλκομενές διέσχιζε τις Πλαταιές και τελείωνε επάνω στην κορυφή του Κιθαιρώνα.

Στον Κιθαιρώνα επάνω σε ειδικό μεγάλο ξύλινο βωμό, θυσίαζε κάθε βοιωτική πόλη με τους άρχοντές της έναν ταύρο στο Δία κι ένα δαμάλι στην Ήρα και οι ιδιώτες μικρά ζώα. Έπειτα αφού έτρωγαν, έπιναν και γλεντούσαν έκαιγαν πάνω στο βωμό όλα τα Δαίδαλα. Έτσι έκλεινε η γαμήλια γιορτή των Μεγάλων Δαιδάλων, που ήταν αφιερωμένη στη συζυγική αρετή. 

Για να δουν πιο ήταν το κατάλληλο δέντρο από το οποίο θα έπαιρναν το ξύλο για να φτιαχτούν τα ξόανα στη γιορτή των Μικρών Δαιδάλων  έκαναν το εξής:  άφηναν κομμάτια ψημένο κρέας ανάμεσα στις πανύψηλες βελανιδιές του δάσους των Αλαλκομενών και περίμεναν να δουν σε πιο δέντρο θα πάει το πρώτο κοράκι να αρπάξει το κρέας, από αυτό το δένδρο θα φτιαχνόταν το ομοίωμα της νύμφης, το οποίο έντυναν, στόλιζαν με νυφικό πέπλο και το περιτριγύριζαν  πάνω σε αμάξι.

Οι Αλαλκομενές πήραν το όνομά τους κατά μία εκδοχή, από έναν ντόπιο ήρωα τον Αλαλκομενέα. Ο Αλαλκομενέας σύμφωνα με ένα στίχο του Θηβαίου ποιητή Πίνδαρου, είναι ο πρώτος άνθρωπος της Βοιωτίας που γεννήθηκε από τη φύση της πατρίδας του. Αναδύθηκε από τη λίμνη Κωπαΐδα που την εποχή εκείνη ονομαζόταν Κηφισίδα.
Σύμφωνα με μια αρχαία παράδοση η Αθηνά γεννήθηκε αθόρυβα εδώ στις Αλαλκομενές δίπλα στο χείμαρρό της τον Τρίτωνα, γι΄ αυτό και Τριτωνίδα ονομάστηκε και ανατράφηκε από τον Αλαλκομενέα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου