Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Η διαδικασία της χρησμοδότησης στο Τροφώνιο Μαντείο



Σχετικά με τον τρόπο, που γινόταν η χρησμοδότηση, ο περιηγητής Παυσανίας μας δίνει τις πιο πολλές πληροφορίες.

Ο πιστός έπρεπε να κάνει δίαιτα και να παραμείνει μερικές μέρες στο ιερό του Αγαθού Δαίμονα και της Αγαθής Τύχης (ξενώνας). Καθημερινά έπρεπε να θυσιάζει σφάγια στον Τροφώνιο, στα παιδιά του Άλκανδρο και Έρκυνα, κι ακόμα στον Απόλλωνα, στον Κρόνο, στο Δία Βασιλέα, στην Ηνιόχη Ήρα και στη Δήμητρα Ευρώπη, που τη θεωρούσαν και τροφό του Τροφώνιου. Όταν τα σπλάχνα κάθε θυσίας φανέρωναν στον ιεροσκόπο ότι ήταν ευπρόσδεκτος ο πιστός από τον Τροφώνιο, τότε προχωρούσε στις επόμενες διαδικασίες. Την τελευταία νύχτα της προπαρασκευής έπρεπε να θυσιάσει ένα μαύρο κριάρι στου Αγαμήδη το Βόθρο, που ήταν υπόγειο θυσιαστήριο. Αν και αυτή η θυσία ήταν ευπρόσδεκτη τότε οι ιερείς τον οδηγούσαν, τις προχωρημένες ώρες της νύχτας, στις πηγές της Έρκυνας.

Εκεί τον έλουζαν στα κρύα νερά της και τον άλειφαν με λάδι, τον αρωμάτιζαν και τον θυμιάτιζαν δυο παιδιά της Λιβαδειάς, 13 περίπου χρόνων, που τα έλεγαν « Ερμές».

Τα παιδιά παίρνουν το όνομα του Ερμή του Ψυχοπομπού, του οδηγού των ψυχών στον Άδη,  γιατί και αυτά είναι  οδηγοί του πιστού  σε μια υποχθόνια κάθοδο, που εδώ είναι η κάθοδος στο μαντείο - τάφο.

Μετά έδιναν στον πιστό να πιει νερό από την πηγή της Λήθης, για να λησμονήσει ότι τον απασχολούσε από τα εγκόσμια κι αμέσως μετά του έδιναν νερό από την πηγή Μνημοσύνη, για να θυμάται όσα θα έβλεπε ή θα άκουγε  στο άδυτο. Σήμερα δεν γνωρίζουμε που βρίσκονται αυτές οι δυο πηγές.

Μετά αφού τον έντυναν με λινό χιτώνα, ταινίες στη μέση και  τοπικά σανδάλια στα πόδια, πήγαιναν τον πιστό, για να προσευχηθεί στου Τροφωνίου το ξόανο, που το είχε φιλοτεχνήσει ο Δαίδαλος και που μόνο οι μαντευόμενοιμπορούσαν να το δουν. Ο πιστός πλήρωνε τον πελανό, το αντίτιμο για να αγοράσει  τις μελόπιτες ( κάτι σαν τηγανίτες). Το ιερατείο ήταν εκείνο που καθόριζε την τιμή της μελόπιτας ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του πιστού. Τις μελόπιτες τις κρατούσε για να τις προσφέρει στα φίδια που θα συναντούσε στο άδυτο για να μην «αδικηθεί», δηλαδή θα τις πρόσφερε ως τροφή στα φίδια για να μην τον ενοχλήσουν.

 Καθαρός στο σώμα κι εξαγνισμένος στο νου και τη ψυχή, μετά την ψυχρολουσία, τη δίαιτα και την προσευχή, προχωρούσε ο πιστός γεμάτος ελπίδες για το άντρο, όπου θα επικοινωνούσε με το θεό.

Από την είσοδο του Μαντείου, ο πιστός, κατέβαινε με φορητή, στενή σκάλα στο  θολωτό θάλαμο κρατώντας στα χέρια του τις μελόπιτες, ξάπλωνε στο δάπεδο, έμπαζε τα πόδια του σε μια στενή τρύπα, που βρισκόταν στη βάση του τοίχου κι από εκεί, σαν από δίνη ορμητικού ποταμού, απορροφιόταν κι έφτανε αλαφιασμένος στο άδυτο.

Στο άδυτο ο πιστός έβλεπε οράματα και άκουγε λόγια τρομερά, που σήμαιναν τις θελήσεις του θεού. Μετά οι ιερείς από την ίδια τρύπα και με τα πόδια προς τα επάνω τον επανέφερναν και τον κάθιζαν, αναίσθητο σχεδόν, μετά από αυτές τις δοκιμασίες, στο θρόνο της Μνημοσύνης, που δεν ήταν μακριά από το μαντείο. Αυτός έλεγε, όσα είδε και άκουσε, οι δε ιερείς τα συναρμολογούσαν κι έβγαζαν το χρησμό, τον οποίο και του τον έδιναν γραμμένο σε πινακίδα.
Λέγεται ότι όσα έβλεπαν και άκουγαν μέσα στο άδυτο ήταν τόσο τρομερά, ώστε οι συγγενείς τους, που τους παραλάβαιναν στην έξοδο, υπέφεραν να τους συνεφέρουν. Μερικοί μάλιστα από τους πιστούς  έμεναν μελαγχολικοί κι αγέλαστοι σ΄ όλη τους τη ζωή. Ένας εξ αυτών που είχε χάσει την ευθυμία του αναγκάστηκε να πάει στην Πυθία, στο Μαντείο των Δελφών για να θεραπευθεί.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου